Το Φαράγγι του Δημοσάρη
  • Στο φαράγγι είναι ιδιαίτερα αισθητή η διαχρονική παρουσία ενός ήπιου παραδοσιακού αγροκτηνοτροφικού πολιτισμού και η αρμονική του σχέση με την άγρια φύση.

    Η ονομασία Δημοσάρης είναι βυζαντινό τοπωνύμιο.

    Υπάρχουν αρκετές εκδοχές για το πως δόθηκε αυτό το όνομα στην περιοχή.

    Κατά μία εκδοχή, προέρχεται από το Δημοσάριος, που σημαίνει «αυτός που εκμεταλλεύεται δημόσιο κτήμα» πιθανώς κτήμα που βρισκόταν στις πηγές ή όχθες του ποταμού.

    Άλλη άποψη υποστηρίζει ότι προέρχεται από το ρέμα Δημοσάρης, που σημαίνει ότι τα νερά του ανήκαν στο δημόσιο.

    Το φαράγγι του Δημοσάρη μπορεί να χωριστεί σε δύο τμήματα, πάνω και κάτω από το χωριό των Λενοσαίων.

    Το φαράγγι πάνω από τους Λενοσαίους είναι απότομο και άγριο.

    Από το χωριό των Λενοσαίων ως τη θάλασσα γίνεται μια στενή κοιλάδα.

    Στην ανατολική πλευρά του ρέματος, υπάρχουν διάσπαρτοι οι μικροί συνοικισμοί του Καλλιανού.

    Το μονοπάτι του φαραγγιού αποτελούσε έναν από τους κυριότερους διαδρόμους επικοινωνίας της νότιας Εύβοιας.

    Συνέδεε επίσης την περιοχή του Καλλιανού και του Καβοντόρου με την Κάρυστο.

    Το λιθόστρωτο μονοπάτι και τα λείψανα του καλντεριμιού είναι μεσαιωνικά ή και παλιότερα.

    Πιθανόν επίσης να συνδέεται με την εξόρυξη μεταλλευμάτων στην περιοχή του Καλλιανού.

    Υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις (σκουριές στην παραλία Καλλιανού και αλλού), ότι η περιοχή ήταν μεταλλορυχικό κέντρο την αρχαϊκή και κλασική περίοδο.

    Το φαράγγι αποτελούσε την πιο εύκολη και ασφαλή πρόσβαση προς τον πολιτισμό, διασχίζοντας την άγρια φύση της Όχης.

    Στις μέρες μας το μονοπάτι του Δημοσάρη εξακολουθεί να είναι ζωντανό πέρασμα για τους κτηνοτρόφους και τους συνεχώς περισσότερους πεζοπόρους.

    Η πιο ελκυστική και λιγότερο κουραστική διαδρομή έχει αφετηρία το διάσελο Πετροκάναλο (954 μ. υψόμετρο).

    Καταλήγει στην παραλία του Καλλιανού μετά από 10 περίπου χιλιόμετρα κατάβασης.

    Το μονοπάτι είναι βατό και σημασμένο και ένα μεγάλο τμήμα του είναι κάτω από τη σκιά των πλατανιών.

    Στα δυο τρίτα της διαδρομής βρίσκεται το χωριό των Λενοσαίων.

    Από εκεί και έπειτα η πορεία γίνεται πάνω σε χωματόδρομο για ενάμισι χιλιόμετρο.

    Ο χωματόδρομος δίνει τη σκυτάλη σε ένα νέο μονοπάτι που οδηγεί στη θάλασσα κάτω από τον πράσινο θόλο των πλατανιών.

    Βλάστηση και χλωρίδα

    Το φαράγγι του Δημοσάρη σχηματίζει τη μεγαλύτερη λεκάνη απορροής της Όχης.

    Έχει βόρειο προσανατολισμό, και έτσι δέχεται τους βόρειους ανέμους, την ομίχλη και τις αυξημένες κατακρημνίσεις του Αιγαίου.

    Το δροσερό μικροκλίμα του φαραγγιού δημιουργεί ποικιλία δασικής και θαμνώδους βλάστησης.

    Ψηλά στο βουνό, στα πιο υγρά και ψυχρά σημεία του φαραγγιού, πάνω από τις πηγές και στους γκρεμούς της Γιούδας, φύονται αραιές συστάδες με ίταμους (Taxus baccata), καθώς και άλλα σπάνια δασικά είδη όπως είναι η σορβιά (Sorbus aria), το αρκουδοπούρναρο, η δρυς, το σφενδά μι και μεμονωμένες καστανιές.

    Αυτά είναι υπολείμματα προϋπάρχουσας εκτεταμένης δασικής βλάστησης.

    Σε σημεία πιο ξερικά και βραχώδη, υπάρχουν δάση αριάς μέχρι τα 900 μ. υψόμετρο.

    Τα δάση αυτά είναι αμιγή ή σε μίξη με οστριές, πλατάνια, δρυς και ρείκια.

    Χαρακτηριστικό του πάνω μέρους του Δημοσάρη είναι τα υπολείμματα συστάδων υπεραιωνόβιων καστανιών
    .

    Παρόχθια δάση με πλατάνια αρχίζουν από τα 1.200 μ. υψόμετρο και φτάνουν ως τη θάλασσα.

    Κάτω από τη Σκάλα Λενοσαίων, στο σημείο όπου κορυφώνεται η μαστοριά και δεξιοτεχνία της κατασκευής του μονοπατιού, αναπτύσσονται δάση με δενδρώδη πουρνάρια και μελεούς καθώς και αριές, πλατάνια και αγρέλια.

    Το φαράγγι του Δημοσάρη έχει ενδιαφέροντες σχηματισμούς θαμνώδους βλάστησης.

    Στα μεγάλα υψόμετρα ο πιο χαρακτηριστικός θάμνος είναι το ρείκι.

    Υπάρχουν δύο είδη, το κισούρι και το δενδρώδες ρείκι.

    Σε ξηρά εδάφη οι πλαγιές καλύπτονται με φρύγανα.

    Στην ακτή, πάνω στα βράχια που ψεκάζονται από τα κύματα, φύονται μικροί θάμνοι ανθεκτικοί στην αλμύρα.

    Η βλάστηση σχηματίζει ένα ποικιλόμορφο μωσαϊκό από τις ψηλότερες κορυφές ως τη θάλασσα.

    Πανίδα

    Η πανίδα είναι πλούσια και παρουσιάζει ενδιαφέρον επειδή σε μικρό χώρο υπάρχει ποικιλία ενδιαιτημάτων, (ανοιχτά τοπία κορυφογραμμών, μεγάλοι βραχοσχηματισμοί, δάση και θαμνότοποι).

    Τα άγρια και δύσβατα σημεία του φαραγγιού παρέχουν ασφαλείς θέσεις φωλεοποίησης για τα πουλιά.

    Μερικά από τα πιο εντυπωσιακά είδη του φαραγγιού είναι δυσκολοπαρατήρητα.

    Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο νεροκότσυφας (Cinclus cinclus), που ζει αποκλειστικά στην κοίτη του ποταμού, τρέφεται με υδρόβια ασπόνδυλα και είναι δειλό πουλί.

    Άλλο δυσκολοθώρητο είδος είναι ο μπούφος (Bubo bubo), που ζει μέσα σε άγριες κοιλάδες.

    Είναι το μεγαλύτερο νυχτόβιο αρπακτικό.

    Τα ημερόβια αρπαχτικά της περιοχής είναι επίσης δυσκολοπαρατήρητα γιατί απαντιούνται πολύ ψηλότερα από το παραποτάμιο δάσος.

    Στην ευρύτερη περιοχή του φαραγγιού φωλιάζει ο φιδαετός (Circaetus gallicus), ενώ συχνά πετούν γερακίνες (Buteo buteo), ξεφτέρια (Accipiter nisus), βραχοκιρκίνεζα (Falco tinnunculus), καθώς και μεταναστευτικά πουλιά.

    Χαμηλότερα στο φαράγγι μπορεί να συναντήσει κανείς το σπιζαετό (Hieraaetus fasciatus) που τρέφεται με μικρά και μεσαίου μεγέθους πουλιά.

    Τα πουλιά κάνουν αισθητή την παρουσία τους στον επισκέπτη με το κελάηδισμα τους, ιδιαίτερα την άνοιξη.

    Μέσα στο δάσος φωλιάζουν και τραγουδούν πολλά είδη όπως ο θαμνοτσιροβάκος (Sylvia communis), ο κοκκινοτσιροβάκος (Sylvia cantillans), ο μαυροτσιροβάκος (Sylvia melanocephala), ο κοκκινολαίμης (Erithacus rubecula), ο κότσυφας (Turdus merula), το αηδόνι (Luscinia megarhynchos), ο σπίνος (Fringilla coelebs), οι παπαδίτσες (Parus spp.), το σιρλοτσίχλονο (Emperiza cirlus) και άλλα κοινά ωδικά πουλιά.

    Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ερπετοπανίδα του φαραγγιού.

    Υπάρχουν αρκετά είδη φιδιών, όπως το νερόφιδο (Natrix natrix) (αφθονεί στο ποτάμι), η σαΐτα (Coluber najadum), ο λαφίτης (Elaphe quatuorlineata), ο σαπίτης (Malpolon monspessulanus), η οχιά (Vipera ammodytes), η δεντρογαλιά (Columber laurenti) και άλλα.

    Πολλά φίδια τρέφονται με σαύρες που επίσης αφθονούν.

    Η πιο χαρακτηριστική σαύρα είναι η πράσινη (Lacerta viridis), που απαντάται στο πάνω μέρος του φαραγγιού.

    Συχνά και εντελώς απρόοπτα αναρριχάται πάνω στα ρείκια.

    Στο κάτω μέρος του ποταμού υπάρχουν γραμμωτές νεροχελώνες (Mauremys caspica).

    Πανηγυρικά κοάζουν τα αμφίβια που αντιπροσωπεύονται από λιμνοβάτραχους (Rana ridibunda), δεντροβάτραχους (Hyla arborea) και ένα ορεινό αμφίβιο, τον κίτρινο βομβητή (Βombina variegata) που ζει μόνο στα ψυχρότερα νερά.

    Μέσα σε μικρές λιμνούλες που σχηματίζει το ποτάμι στο πάνω μέρος του, μαζί με τους γυρίνους και τους βομβητές συχνά παρατηρούνται νεαρές σαλαμάνδρες.

    Στο κάτω μέρος του πο ταμού υπάρχουν κέφαλοι και χέλια.

    Το φαράγγι του Δημοσάρη προσφέρεται για τον κάθε φυσιολάτρη, αλλά και γι' αυτόν με εξειδικευμένα ενδιαφέροντα: δεκάδες πηγές, καταρράκτες, πανάρχαια παραποτάμια δάση, άγρια ζωή, εναλλάσσονται διαρκώς δίνοντας κάθε φορά καινούριες παραστάσεις στον περιπατητή. 

    © 2010 .e-karystos.gr
    To περιεχόμενο και οι υπηρεσίες μας διατίθενται στους επισκέπτες αυστηρά για προσωπική τους χρήση.
    Απαγορεύεται η χρήση σε οποιοδήποτε άλλο μέσο καθώς και για εμπορικούς σκοπούς, χωρίς την γραπτή άδεια μας.
    -----
     Βρείτε αυτό που ψάχνετε γρήγορα, εύκολα και αποτελεσματικά.
    Η Σχεδίαση και η Διαχείρηση του γίνεται από τo .e-karystos.gr