Γιάννης Μανώλης. Και, τέλος πάντων, να τραβούμε εμπρός!
  • Photo: Alexandros Katsis / Fosphotos.com 

    Λίγους μήνες πριν από τις αυτοδιοικητικές εκλογές, η ορχήστρα συνεχίζει να παίζει στον ίδιο μονότονο σκοπό: αντίσταση, αντίδραση, ανατροπή. Αδιαμφισβήτητα από τις προσεχείς εκλογές, όπως άλλωστε και από κάθε εκλογική διαδικασία, θα προκύψουν πολιτικά συμπεράσματα. Ωστόσο, εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις, που επιχειρούν να συντηρήσουν το ψευδο-δίλλημα «μνημόνιο – αντιμνημόνιο», προσφέρουν κάκιστες υπηρεσίες στον τόπο και διχάζουν τις τοπικές κοινωνίες.

    Με άρθρο μου, προ 2ετίας, στο protagon.gr, με τίτλο «Τι Τσίπρας, τι Καμμένος», είχα επισημάνει ότι, «η δημαγωγική πατριδοκαπηλία του Καμμένου είναι εξίσου επικίνδυνη με τον αριστερίστικο λαϊκισμό του Τσίπρα. Και οι δύο επιχειρούν να διχάσουν τους Έλληνες σε αντιμνημονιακούς (πατριώτες) και μνημονιακούς (προδότες). Ωστόσο, κανένας δεν μιλάει για την πραγματική πρόκληση. Για το πώς, δηλαδή, θα μεγαλώσουμε την πίτα, προκειμένου να μην εξαρτόμαστε από τους ξένους δανειστές».

    Η οικονομική κρίση που ταλανίζει τη χώρα και οι συνέπειες της μακροχρόνιας ύφεσης, τις οποίες βιώνουμε, έχουν προκαλέσει τεράστια σύγχυση, οργή και καχυποψία. Η αξιοπιστία θεσμών και δρώντων έχει κλονισθεί και η εμπιστοσύνη προς το πολιτικό σύστημα βρίσκεται σε ιστορικό χαμηλό. Το ηθικό μας είναι πεσμένο και η Ελλάς τείνει να μετατραπεί σε μία χώρα ηττημένη, με χαμηλή αυτοπεποίθηση και με τον κίνδυνο να βρεθεί στο περιθώριο της ιστορίας.

    «Όταν η ψυχή βράζει, το πνεύμα υποχωρεί», συνήθιζε να λέει ένας Έλληνας πολιτικός. Με αποτέλεσμα, οι αποφάσεις των ατόμων να λαμβάνονται όχι με τη λογική, αλλά με την οργή. Αυτό, ακριβώς, το σύμπτωμα εκμεταλλεύτηκαν κάποιοι και γύρω από αυτό οικοδόμησαν τη στρατηγική τους, την οποία ακολουθούν με θρησκευτική ευλάβεια. Αυτή η μονοδιάστατη προσέγγιση, όμως, μας σπρώχνει πιο βαθιά στον πάτο, δεν προσφέρει λύσεις για τα προβλήματα.

    Η λογική του «άσπρου» ή «μαύρου» έκανε μια κακή κατάσταση, ακόμη χειρότερη. Οι δανειακές συμβάσεις είχαν πολλά λάθη, που προκάλεσαν μεγάλες κοινωνικές αδικίες, αλλά συμπεριλάμβαναν και απαραίτητα μεταρρυθμιστικά μέτρα. Το πρόβλημα της χώρας δεν είναι τόσο η σύμβαση, αλλά ο τρόπος διαχείρισης της κρίσης από το πολιτικό σύστημα, καθώς και η αδυναμία του να εξασφαλίσει μία ελάχιστη συνεννόηση, που θα οικοδομούσε τις απαραίτητες για τις διαρθρωτικές αλλαγές κοινωνικές συμμαχίες.

    Το δίλημμα «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» είναι αναχρονιστικό. Έχει, πλέον, γίνει εμφανές ότι η έξοδος από την κρίση δεν θα έρθει ούτε με ευχές, ούτε με προσευχές. Κυρίως δεν θα έρθει με κραυγές. Χρειάζεται όραμα, σχέδιο και ρεαλιστικοί στόχοι.

    Η χώρα διαθέτει δύο βασικούς τύπους πολιτικών: α) εκείνους που προσπαθούν να βρουν λύσεις για τα προβλήματα και β) αυτούς που σε κάθε λύση βρίσκουν προβλήματα. Και το ουσιαστικό δίλημμα των εκλογών, είναι ποιον από τους δύο θα προτιμήσουμε.   

    Αντί, λοιπόν, των παραδοσιακών συνθημάτων, θα προτιμούσα να ακούσω προτάσεις. Θα προτιμούσα να δω ρεαλιστικά προγράμματα για την ανάπτυξη των δήμων και των περιφερειών. Και θα προτιμήσω, εν τέλει, εκείνον τον υποψήφιο, που με έχει πείσει με την έως τώρα προσφορά του και μου προσφέρει όραμα και ελπίδα μέσα από το πρόγραμμά του. Το αν κάποιος υποψήφιος, που αυτοπροσδιορίζεται ως αντιμνημονιακός, θεωρεί ότι αυτό πρέπει να είναι το βασικό κριτήριο επιλογής, δεν έχει να προσφέρει τίποτα στην περιοχή μου, εκτός από την ανακύκλωση παρωχημένων συνθημάτων και άναρθρων κραυγών.

    *Ο Γιάννης Μανώλης είναι υποψήφιος Δρ Πολιτικής Επιστήμης